μιτωτήρα

μιτωτήρα
η
η μιταρόβεργα*.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μιταρόβεργα — η εξάρτημα τού αργαλειού σε σχήμα βέργας πάνω στην οποία τυλίγεται το στημόνι για να μπορεί κατόπιν εύκολα να τυλιχθεί στο αντί, αλλ. μιτωτήρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μιτάρι + βέργα] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”